Παρασκευή 30 Μαΐου 2008

Ποίημα για τον παππού μου, μαχητή του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ

Ξημέρωμα στον Ταϋγετο, Νοέμβρης του 49.
Ο αντάρτης με τα κουρελιασμένα ρούχα και τα ξυλιασμένα δάχτυλα,κουλουριασμένος στο βράχο, περιμένει την τελική έφοδο του αποσπάσματος.Πέρασμα δεν υπάρχει,ούτε σωτηρία, ούτε έλεος...

Η πρώτη ακτίνα στην κορφή!

Κρύσταλοι πάγου στα μαύρα γένια,
μαύρο σκουφί στην κεφαλή,
μια αραβίδα σιωπηλή
και στον αγέρα η Τιμή γεμάτη έγνοια!

Τα λυκόσκυλα γαυγίζουν, με βία τα συγκρατούν,
χωροφυλάκοι ανηφορίζουν, αυτόματα κρατούν,
μυρίζουν αίμα και γελούν.

Ποιο ήταν το λάθος; Υπήρξε λάθος;
ρωτούσε,ξαναρωτούσε τον παγωμένο άνεμο όλη νύχτα.
Μα αυτός τα κυπαρίσσια θρόιζε
και του στέγνωνε τα δάκρυα μονάχα...

Ο γιός του τώρα θα περπάτησε
και η κόρη του θα πάει σχολείο.
Στείλε Ουρανέ μου, τη Στοργή να τα φυλάει!
κι η μάνα τους είναι φυλακή και δεν μπορεί...
και στείλε στην αγάπη του ένα περιστέρι
έξω απο το κελί, να της γυρέψει συγχώρεση...
Δεν ήθελε αυτός, δεν το ήθελε η καρδιά του,
μα 'ναι η Τιμή που τον πήρε απ' το χέρι
να τον παραδώσει σε τούτη την κορφή
στον αδερφό της, το Θάνατο!

Δεν υπάρχουν σχόλια: